Με αφορμή την προκήρυξη της απεργίας στις 30 του Μάη, έχει ανοίξει μια
ολόκληρη συζήτηση γύρω από τον χαρακτήρα της και, με βάση αυτό, για το
εάν πρέπει ή δεν πρέπει να συμμετέχουν σε αυτήν οι εργαζόμενοι.
Ως αιτία της συζήτησης προβάλλεται το ότι ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ εντάσσουν την απεργία αυτή στο πλαίσιο της “Πανεθνικής Ημέρας Δράσης” και της “Κοινωνικής Συμμαχίας” που συγκρότησαν με εκπρόσωπους του κεφάλαιου και της εργοδοσίας. Έτσι, στο «Πριν» της προηγούμενης Κυριακής διαβάζουμε:
«Είναι σαφές ότι η επιλογή αυτή που κυοφορείται μεθοδικά και από καιρό από τους συνδικαλιστικούς υπαλλήλους του κεφαλαίου, δεν είναι μια συνήθης παρέμβαση, όπως αυτές που γνωρίσαμε τις τελευταίες δεκαετίες και που έχουν οδηγήσει το εργατικό κίνημα στον εκφυλισμό και την ήττα. Αποτελεί μια ποιοτική, αντιδραστική τομή που στοχεύει σε στρατηγικές ανατροπές...» και, κατά συνέπεια, όπως γράφει ο τίτλος του σχετικού άρθρου «Η 30η Μάη δεν είναι απεργία αλλά συμμαχία με την εργοδοσία».
Ως αιτία της συζήτησης προβάλλεται το ότι ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ εντάσσουν την απεργία αυτή στο πλαίσιο της “Πανεθνικής Ημέρας Δράσης” και της “Κοινωνικής Συμμαχίας” που συγκρότησαν με εκπρόσωπους του κεφάλαιου και της εργοδοσίας. Έτσι, στο «Πριν» της προηγούμενης Κυριακής διαβάζουμε:
«Είναι σαφές ότι η επιλογή αυτή που κυοφορείται μεθοδικά και από καιρό από τους συνδικαλιστικούς υπαλλήλους του κεφαλαίου, δεν είναι μια συνήθης παρέμβαση, όπως αυτές που γνωρίσαμε τις τελευταίες δεκαετίες και που έχουν οδηγήσει το εργατικό κίνημα στον εκφυλισμό και την ήττα. Αποτελεί μια ποιοτική, αντιδραστική τομή που στοχεύει σε στρατηγικές ανατροπές...» και, κατά συνέπεια, όπως γράφει ο τίτλος του σχετικού άρθρου «Η 30η Μάη δεν είναι απεργία αλλά συμμαχία με την εργοδοσία».
Δεν προσπερνάμε καθόλου τον χαρακτήρα της λεγόμενης «Κοινωνικής Συμμαχίας», η οποία θεωρούμε ότι «αντανακλά την πλήρη αναχώρηση αυτών των συνδικαλιστικών ηγεσιών από την ταξική πάλη και την ευθεία συμπόρευσή τους με τις δυνάμεις του κεφάλαιου και της αστικής τάξης», όπως γράφαμε στο προηγούμενο φύλλο της ΠΣ. Όμως τα χαρακτηριστικά αυτών των συνδικαλιστικών ηγεσιών είναι τέτοια εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Τα γνωρίζουμε και τα βρίσκουμε μπροστά μας εδώ και δεκαετίες. Εκφράζουν την κυριαρχία της αστικής και ρεφορμιστικής γραμμής στα συνδικάτα, την ιδεολογική και πολιτική αποσυγκρότηση της εργατικής τάξης, και στηρίζονται από το σύστημα ακριβώς για να διαιωνίζεται (και να χειροτερεύει) αυτή η κατάσταση. Όμως, καμία διαφορά δεν έχει σήμερα η ΓΣΕΕ από την ΓΣΕΕ του 2010-’12. Καμία διαφορά δεν έχει από την ΓΣΕΕ των αρχών του 1990 που προσυπέγραφε συμφωνίες ταξικής υποταγής στο ντόπιο κεφάλαιο και την ΕΕ.
Η κυριαρχία αυτών των ηγεσιών στο εργατικό κίνημα και τον συνδικαλισμό, παρόλο που σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται σε καλπονοθευτικές διαδικασίες, αντανακλά μια πραγματική κατάσταση. Αντανακλά την απομαζικοποίηση (έως και την ανυπαρξία) των σωματείων του ιδιωτικού τομέα, το γεγονός δηλαδή ότι η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων και της εργατικής τάξης είναι έξω από τα σωματεία. Αντανακλά την υποτυπώδη λειτουργία των σωματείων που υπάρχουν και την κυριαρχία της στρεβλής λογικής της ανάθεσης και της συνδιαχείρισης, που πριμοδοτείται τόσο από δεξιές όσο από αριστερές δυνάμεις. Αντανακλά την κατάσταση των σωματείων στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπου οι αστικές δυνάμεις συνεχίζουν να έχουν το πάνω χέρι και να διαμορφώνουν συσχετισμούς για τα ανώτερα συνδικαλιστικά όργανα. Κυρίως, όμως, αντανακλά αυτό που αναφέραμε στην αρχή: την κυριαρχία της αστικής και ρεφορμιστικής γραμμής στα συνδικάτα.
Αυτή η κατάσταση δεν προσπερνιέται ούτε με κόλπα ούτε με αφορισμούς. Χρειάζεται σκληρή και επίμονη δουλειά μέσα στα σωματεία, αλλά και έξω από αυτά, εκεί που βρίσκεται η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων. Και το σημαντικότερο (θα το επαναλάβουμε κι ας γίνουμε κουραστικοί): η δουλειά αυτή να γίνει σε μια αγωνιστική, επαναστατική κατεύθυνση. Κόντρα στο κεφάλαιο και την εργοδοσία, αλλά και κόντρα στη συνδιαχείριση, την ανάθεση και τις ρεφορμιστικές αυταπάτες.
Όσοι βλέπουν «αντιδραστική τομή» στις σημερινές επιλογές, ουσιαστικά θέλουν να αποφύγουν αυτήν την πραγματικότητα. Βιάζονται να διαγράψουν την πραγματικότητα και το συσχετισμό. Επείγονται να ανακοινώσουν κάτι νέο, κάτι διαφορετικό, μια «αντίστοιχη τομή και στη δράση του μαχόμενου ταξικού κινήματος και της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς» όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν. Δεν είναι η πρώτη φορά. Αυτές οι δυνάμεις αρέσκονται κατά καιρούς σε τέτοιες ανακοινώσεις. Αναζητούν συνεχώς ευκαιρίες για να ανακοινώσουν διαφόρων ειδών «τομές» στην πορεία του εργατικού, του λαϊκού ή του φοιτητικού κινήματος. Αυτό που σταθερά τούς «διαφεύγει» είναι ότι καμία «τομή» δεν πρόκειται να υπάρξει με το λαό και την εργατική τάξη στο περιθώριο, και ότι η διαδικασία της ανασυγκρότησης της εργατικής τάξης και του κινήματός της είναι μια μακριά διαδικασία και δεν γίνεται με όρους «τομής», μια κι έξω. Πάνω απ’ όλα, δεν μπορεί και δεν πρόκειται να γίνει με τα παλιά υλικά, του κλασικού ή του ανακυκλωμένου ρεφορμισμού. Με τη γραμμή, για παράδειγμα, του εργατικού ελέγχου και της συνδιοίκησης, ή με πολιτική πυξίδα το λεγόμενο «μεταβατικό κυβερνητικό πρόγραμμα».
Επιπλέον, δεν πρόκειται να γίνει με τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ ή του ΜΕΤΑ, αλλά σε αντιπαράθεση με τη γραμμή που προωθούν στο εργατικό κίνημα. Γραμμή με βασικές ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση αποσυγκρότησης. Γραμμή που συνεχίζει να αναπαράγει αδιέξοδα και αυταπάτες στην εργατική τάξη. Γραμμή που στα σωματεία αναπαράγει τη διάσπαση και τις ιδιοκτησιακές λογικές, την υποταγή στις μικροκομματικές σκοπιμότητες, παρέα με τον τραμπουκισμό. Αποτελεί ανέκδοτο η εκτίμηση του άρθρου του «Πριν» για την «“από τα κάτω“ οργανωμένη απεργία της 12ης Γενάρη για την τρίτη αξιολόγηση» (στοιχείο που υποτίθεται ενισχύει την εκτίμηση για την ωριμότητα της κατάστασης για μία «τομή») και εντάσσεται στο πλαίσιο προσέγγισης του ΠΑΜΕ από το ΝΑΡ και άλλες δυνάμεις που έχουν εντυπωσιαστεί από τον συσχετισμό που το ΠΑΜΕ καταγράφει στις κινητοποιήσεις.
Ναι, διαφωνούμε κάθετα με το πλαίσιο της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ! Καταγγέλλουμε την «Κοινωνική Συμμαχία» τους με το κεφάλαιο και την εργοδοσία. Αλλά δεν τους χαρίζουμε το όπλο της απεργίας!
Πρώτ’ απ’ όλα γιατί ποτέ δεν ήταν δικό τους! Ποτέ τους δεν έδωσαν τη μάχη της απεργίας στους χώρους δουλειάς. Ποτέ τους δεν ρισκάρισαν το παραμικρό και ποτέ τους δεν στήριξαν τον εργαζόμενο που έδινε τη δική του απεργιακή μάχη με όρους δύσκολους, με όρους τρομοκρατίας. Γιατί ποτέ δεν είχαν τη λογική της σύγκρουσης με το κεφάλαιο και τους πολιτικούς τους εκπροσώπους. Και απεργία σημαίνει σύγκρουση! Γι’ αυτόν τον λόγο ο Παναγόπουλος θεωρεί «παρωχημένη» την απεργία και αναζητά «άλλες μορφές αγώνα».
Δεύτερο, γιατί το κεφάλαιο -ακόμη και με αυτούς τους όρους- δεν πρόκειται ποτέ να πριμοδοτήσει την απεργία ως μέσο πίεσης προς την πολιτική ηγεσία. Και γι’ αυτόν τον λόγο θεωρούμε ότι και σε αυτήν την απεργία οι εργαζόμενοι που θα θελήσουν να απεργήσουν θα βρουν απέναντί τους την εργοδοσία.
Τρίτο, γιατί στη συνείδηση των εργαζομένων που θα απεργήσουν δεν θα καταγραφεί καμία «συμμαχία με την εργοδοσία», αλλά η συνολικότερη αντίθεσή τους στην αντεργατική πολιτική.
Τέταρτο, γιατί με την κατάσταση που επικρατεί στους χώρους δουλειάς και την αποσυγκρότηση, το να προπαγανδίζεις σήμερα τη μη συμμετοχή στην απεργία (ακόμη και με την απαραίτητη συζήτηση για τα χαρακτηριστικά της συνδικαλιστικής ηγεσίας) δεν δημιουργεί όρους ρήξης με τη γραμμή της ηγεσίας αυτής, αλλά όρους αποδοχής της γενικότερης κατάστασης διάλυσης, και υποταγής σε αυτήν. Και είναι αυταπάτη να θεωρεί κανείς ότι σήμερα, με τη γενικότερη υπονόμευση των αγώνων, υπάρχει η «πολυτέλεια» να προτείνουμε στους εργαζόμενους να επιλέγουν σε ποια απεργία θα συμμετέχουν και σε ποια όχι.
Πέμπτο, διότι κάθε ευκαιρία μαζικής έκφρασης της εργατικής τάξης (και ειδικά απεργιακής) ενάντια στην αντεργατική πολιτική, είναι ευνοϊκό πεδίο παρέμβασης για τις αγωνιστικές, ταξικές δυνάμεις.
Έκτο, γιατί όποιος νιώθει έτοιμος να χαράξει «τομές» πρέπει να περιγράψει και αυτό που θα επακολουθήσει. Ποιοι, με ποιο περιεχόμενο, σε ποια κατεύθυνση και με ποιο συσχετισμό. Με άλλα λόγια, να ξεκαθαρίσει ποιο είναι σχέδιο που έχει στο μυαλό του και πώς θα το υπηρετήσει. Και όχι μόνο δεν υπάρχει διαμορφωμένο άλλο κέντρο αγώνα, με μαζικά, ταξικά χαρακτηριστικά, αλλά και οι φορείς που προβάλλεται ότι θα το υπηρετήσουν είναι αυτοί που υπηρέτησαν και συνεχίζουν να υπηρετούν την πορεία διάλυσης του εργατικού κινήματος.
Δεν θέλουμε, λοιπόν, να χαρίσουμε καμία απεργία στις ξεπουλημένες συνδικαλιστικές ηγεσίες. Και στις 30 του Μάη θα προβάλουμε ξανά το πλαίσιο της αντίστασης στον εργασιακό μεσαίωνα και την αντεργατική πολιτική τους. Το πλαίσιο της αντίστασης στις απολύσεις και την εργοδοτική τρομοκρατία. Θα προβάλουμε το πλαίσιο της διεκδίκησης του δικαιώματος στην πλήρη και σταθερή δουλειά για όλους, με δικαιώματα. Το πλαίσιο της διεκδίκησης συλλογικών συμβάσεων με αυξήσεις στους μισθούς.
Θα παλέψουμε για την υπεράσπιση του καθολικού δικαιώματος στην περίθαλψη και την ασφάλιση. Θα παλέψουμε για την κατάργηση των αντεργατικών νόμων.
Θα προβάλουμε το πλαίσιο της αντιιμπεριαλιστικής πάλης, ενάντια στις επεμβάσεις και τα νέα πολεμικά σχέδια των ιμπεριαλιστών που βάζουν τους λαούς και την εργατική τάξη μπροστά σε τεράστιους κινδύνους.
Υ.Γ. Στη σύσκεψη που έγινε την Πέμπτη 17/5 από την «Πρωτοβουλία πρωτοβάθμιων σωματείων για συντονισμό» στο ΕΚΑ, η κατάληξη για τις 30 Μάη ήταν «απεργούμε μεν, δεν το προπαγανδίζουμε δε». Πέρα από το ότι αυτό είναι σε πλήρη αντίθεση με τοποθετήσεις του συγκεκριμένου χώρου περί «απεργίας που μας δένει στο άρμα του κεφαλαίου» ή τοποθετήσεις του τύπου «όσοι συμβάλλουν, με διάφορα επιχειρήματα, για το αντίθετο βαδίζουν στα ίδια χνάρια με τους διοργανωτές», προκαλεί και το εξής απλό ερώτημα: στους χώρους δουλειάς που δρουν οι συγκεκριμένοι –αναγνωρίσιμοι ή μη– συνδικαλιστές τι θα πουν στους συναδέλφους τους; Ότι εξαιρούνται λόγω συνδικαλιστικής υποχρέωσης;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου