Στις 12 Ιανουαρίου προκηρύχθηκε η πρώτη απεργία παρά και ενάντια σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, εδώ και τουλάχιστον τρεις δεκαετίες, την οποία κάλεσαν το ΠΑΜΕ καθώς και Ομοσπονδίες και πρωτοβάθμια σωματεία στα οποία παίζουν σημαντικό ρόλο οι δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Η απεργία αποτέλεσε την απάντηση στην επιλογή της κυβέρνησης να φέρει προς ψήφιση στη Βουλή το νομοσχέδιο των προαπαιτούμενων για να κλείσει η Τρίτη αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας.
Ανάμεσα σε μέτρα που προωθούν τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, την πλήρη ιδιωτικοποίηση όλων των ΔΕΚΟ, το κλείσιμο, δια των συγχωνεύσεων, σχολείων και νοσοκομείων, ήταν και η ρύθμιση που στρώνει το χαλί για την κατάργηση, στην πράξη, του δικαιώματος στην απεργία.
Στην πορεία προς την διεξαγωγή της απεργίας, εκφράστηκαν οι ταλαντεύσεις του ΠΑΜΕ, που κάτω από την πίεση τμημάτων της βάσης των σωματείων που ελέγχει, αλλά και της δράσης μιας σειράς πρωτοβάθμιων σωματείων που εξαρχής έθεσαν το ζήτημα για απεργία την ημέρα της κατάθεσης του νομοσχεδίου, άλλαξε την αρχική του γραμμή για απεργία τη μέρα της ψήφισης. Παρόλη τη δυσκολία, η Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη, η ΕΒΓΑ, AMSTEL, Ελαίς, πρακτορεία τύπου και τμήματα, λίγα είναι η αλήθεια, από τον επισιτιστικό τομέα, η ΣΕΤΗΛ, ΣΤΑΣΥ, ΕΙΝΑΠ, αλλά και πρωτοβάθμια σωματεία διαμόρφωσαν ένα σώμα απεργιακών αποφάσεων πολύ σημαντικών, μέσα σε ένα κλίμα όπου η ΓΣΕΕ δήλωνε πως βρίσκεται σε αγωνιστική ετοιμότητα, για να εξαγγείλει κινητοποιήσεις στο... τέλος του Ιανουαρίου! Ταυτόχρονα, με ψήφους της ΛΑΕ, το Εργατικό Κέντρο Αθήνας δεν κατάφερε να πάρει απεργιακή απόφαση κάλυψης όλων των εργαζόμενων του ιδιωτικού τομέα.
Από αυτό το αγωνιστικό χρονικό διάστημα, μεταξύ 12 και 15 Ιανουαρίου προκύπτουν μερικά κρίσιμα συμπεράσματα:
1. Η απεργία, όπως και οι πορείες που την υποστήριξαν (πρωτοβάθμια σωματεία και ΠΑΜΕ) ποσοτικά ήταν του ίδιου επιπέδου με αντίστοιχες απεργιακές πορείες που βγαίνουν δύσκολα όταν τις προκηρύσσει η ΓΣΕΕ χωρίς πραγματική καμπάνια. Είναι η απόδειξη του πόσο περιττό σώμα είναι πλέον η γραφειοκρατική ΓΣΕΕ στο εργατικό κίνημα που μάχεται. Μπορούμε και χωρίς αυτούς. Οι εργαζόμενοι απεργούν όταν αντιλαμβάνονται πως από τη στάση τους κρίνονται σημαντικές εξελίξεις, και όχι απλά γιατί η ΓΣΕΕ δίνει κάλυψη. Όταν βλέπουν πως διαμορφώνεται ένα πραγματικό αγωνιστικό κέντρο για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους.
2. Δημιουργεί σοβαρό προηγούμενο ανεξάρτητης εργατικής απεργιακής δράσης, με άλλη δυναμική όταν υπάρξει προετοιμασία και μαζική προπαγάνδα σε χώρους δουλειάς. Αποτελεί κρίσιμο κεκτημένο για την επόμενη περίοδο, μια που τίποτα δεν έληξε. Η εφαρμογή του αντιαπεργιακού νόμου θα κριθεί από δω και πέρα σε κάθε πρωτοβάθμιο σωματείο. Τα πρωτοβάθμια σωματεία είναι που φοβάται η κυβέρνηση. Εκεί είναι πιο απρόβλεπτη η έκφραση της οργής των εργαζομένων.
3. Κατέδειξε τη δύναμη που μπορεί να αποκτήσει η ενιαία μετωπική πολιτική συζήτηση και δράση όλων των μαχόμενων δυνάμεων μέσα στο εργατικό κίνημα, αν αποκτήσει συνέχεια, οργανωμένους όρους, και πλατιά απεύθυνση στην εργατική τάξη. Αυτό που εκφράστηκε υπό την πίεση των γεγονότων στο δρόμο, μπορεί και πρέπει να γίνει συνειδητό στοιχείο οργανωμένης παρέμβασης.
4. Ταυτόχρονα, διαφάνηκε η ανάγκη να διευρυνθεί η παρέμβαση όλων των πρωτοπόρων δυνάμεων μέσα στο εργατικό κίνημα, προς τη βάση των σωματείων, μέσα στους χώρους δουλειάς, για απεργιακή συμμετοχή. Η απεργία της 12 Ιανουαρίου κατέδειξε την υπαρκτή δυναμική αλλά και ένα όριο απεύθυνσης στην εργατική τάξη, απεύθυνση που θα πρέπει να διευρυνθεί στη βάση της ανεξαρτησίας της εργατικής τάξης από κράτος, κεφάλαιο και συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες. Για τη δημιουργία των δικών της οργάνων διεξαγωγής του αγώνα, για μια γενική πολιτική απεργία διαρκείας. Οι εργαζόμενοι θα μπουν στην μάχη αν καταδειχτεί ότι η μάχη έχει πολιτική προοπτική νίκης, δεν αφορά συνδικαλιστικούς χειρισμούς και μόνο, ούτε καν μια μαχητική διάθεση εγκλωβισμένη σε συνδικαλιστικά αιτήματα.
Αρνητική εντύπωση σε όλη αυτή την προσπάθεια προξένησαν οι δυνάμεις του Συντονισμού Ενάντια στα Μνημόνια (ΣΕΚ), που βρέθηκαν μόνες τους στην πλατεία Κλαυθμώνος όπου συνηθίζει να συγκεντρώνει τα απομεινάρια της η συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Συνήθως, το ΣΕΚ, δικαιολογείται ότι «πάει εκεί που πάνε τα συνδικάτα», όμως, στη συγκεκριμένη περίπτωση τα συνδικάτα ήταν ή με το ΠΑΜΕ στην Ομόνοια είτε με τα Πρωτοβάθμια σωματεία στα Προπύλαια. Η δικαιολογία πως στην Κλαυθμώνος βρίσκονταν οι πρόσφυγες από το Λαύριο δεν έχει βάση. Εξ άλλου θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει κανείς την όποια επιρροή έχει στους πρόσφυγες, αν έχει, για τη συμμετοχή των προσφύγων στους αγώνες του εργατικού κινήματος και όχι στο διαχωρισμό τους.
Η συγκέντρωση της 15 Ιανουαρίου μπροστά στη Βουλή, ημέρα ψήφισης του νομοσχεδίου, επιβεβαίωσε την υπαρκτή μαχητική διάθεση που υπάρχει σε πρωτοπόρα τμήματα των εργαζομένων.
Μια μέρα που ήταν απεργιακή για το σύνολο των εργαζομένων στις μαζικές μεταφορές.
Υπάρχει πολλή δουλειά να γίνει. Η πάλη για την υπεράσπιση και επέκταση του δικαιώματος στην απεργία, είναι αξεχώριστη από την πάλη για να μαζικοποιηθούν τα πρωτοβάθμια σωματεία, να πάρουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι τους αγώνες στα χέρια τους, μαζί και τις διαδικασίες συζήτησης και απόφασης για αυτούς τους αγώνες.
Τίποτα δεν τελείωσε.
Νίκος Πελεκούδας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου